Με αφορμή το BREXIT, αναδημοσιεύουμε από το προσωπικό του ιστολόγιο άρθρο του καθηγητή Αστροφυσικής Μάνου Δανέζη, στο οποίο εξηγούνται «προφητικά» όχι μόνο οι πρόσφατοι κλυδωνισμοί στην Ευρωπαϊκή Ένωση από το δημοψήφισμα στη Βρετανία, αλλά και αποκαλύπτονται οι σχεδιασμοί ΗΠΑ και Ρωσίας για αναχαίτιση του γερμανικού ιμπεριαλισμού, όπως και εξηγείται τι θέλει η Γερμανία από την Ελλάδα με την οικονομική εξαθλίωση που μας επέβαλλε.
Διαβάστε το μακροσκελές και αποκαλυπτικό άρθρο: Τα πραγματικά αίτια της Ελληνικής και Ευρωπαϊκής κρίσης
Διανύοντας μια κρίσιμη για το Έθνος μας περίοδο, όλο και περισσότερο συνειδητοποιούμε ότι, παρόλο που όλοι προσπαθούν να προσανατολίσουν την προσοχή των πολιτών στο τεράστιο οικονομικό μας πρόβλημα, κάτι συμβαίνει, πίσω από όλα αυτά, που κάποιοι γνωρίζουν και σιωπούν, αλλά οι πολίτες αγνοούν ή δεν ενθυμούνται
Άσχετα με το αν συμφωνούμε η όχι, είναι πλέον φανερό ότι οι Ελληνικές Κυβερνήσεις δεν αντιπαλεύουν μόνο τα φριχτά οικονομικά μας δεδομένα, αλλά και κάποιους διεθνείς σχεδιασμούς οι οποίοι απλά χρησιμοποιούν ως μέσον πίεσης την οικονομική δυσπραγία μας, την οποία έντεχνα και σκόπιμα δημιούργησαν με πολλούς τρόπους τις τελευταίες δεκαετίες.
Αυτό βέβαια που δεν πρέπει να αγνοούμε είναι ότι:
1. Tα ισχυρά κράτη έχουν πάντα ένα μακροπρόθεσμο σχεδιασμό για την επίτευξη των μεγαλοϊδεατικών στόχων τους.
Τους σχεδιασμούς αυτούς, ενίοτε, τους ονομάζουμε συνομωσιολογίες, όπως πχ τη συμφωνία της «Γιάλτας» με βάση την οποία, όπως μάθαμε μετά δεκαετίες, η ΗΠΑ, η Σοβιετική Ένωση και η Αγγλία μοίρασαν σε σφαίρες επιρροής τον κόσμο των οικονομικών και γεωστρατηγικών συμφερόντων τους.
2. H πραγμάτωση αυτών των στόχων γίνεται συνήθως σε βάρος κάποιων λαών ευνοώντας κάποιους άλλους, ανάλογα των τοπικών συμφερόντων των σχεδιαστών.
3. Οι σχεδιασμοί αυτοί αποτελούν το περιεχόμενο μιας μυστικής απόρρητης διπλωματίας η οποία απαγορεύει στις Εθνικές Κυβερνήσεις να αναφέρονται δημοσίως σ’ αυτούς,, αν δεν θέλουν τα Έθνη τους να υποστούν δραματικές συνέπειες..
Για να γίνουμε όσο το δυνατόν κατανοητοί παραθέτουμε το τι έγραψε ο Γ. Καψής στο βιβλίο του «Στρατηγέ μου ιδού η φρεγάτα σας».
«…Το 1950 0 Άγγλος πρεσβευτής Πάλερετ προειδοποίησε την Ελληνική κυβέρνηση (παρασκηνιακά) ότι αν υποστήριζε τις διεκδικήσεις των Κυπρίων θα αντιμετώπιζε τη δημιουργία Μακεδονικού προβλήματος». Η στήριξη των Κυπρίων συνεχίστηκε και το «Μακεδονικό πρόβλημα», δημιουργήθηκε.
4. Όταν υπάρχουν μυστικές ή φανερές συμφωνίες μεταξύ των υπερδυνάμεων, τελικά τηρούνται στο ακέραιο, βέβαια μέσα στο πλαίσιο μικροπαραβιάσεων, μικρής χρονικής και τοπικής εμβέλειας.
Μην ξεχνάμε την μη ουσιαστική πρακτική παρέμβαση της «αδελφής» Μόσχας στο πρόβλημα διάλυσης της «αδελφής» Γιουγκοσλαβίας, και την μη παρέμβασή της κατά τη διάρκεια της Τουρκικής εισβολής στην «αδελφή» Κύπρο πατρίδα του θερμού φίλου τους εθνάρχη Μακαρίου.
Σημαντικό είναι να θυμηθούμε τα γεγονότα του Ελληνικού εμφυλίου πολέμου.
Αν και η Μόσχα είχε παραχωρήσει την Ελλάδα στη Αγγλική σφαίρα επιρροής με την συμφωνία της Γιάλτας, υποκίνησε έναν εμφύλιο προκειμένου να υποβοηθήσει την εφαρμογή της συμφωνίας της Γιάλτας στα Βαλκάνια, χωρίς την ενοχλητική παρουσία της συμμάχου Ελλάδας.
Μόλις ορίστηκαν τα νέα συμφωνηθέντα στη Γιάλτα σύνορα, τα σύνορα της τότε Γιουγκοσλαβίας έκλεισαν οδηγώντας το Λαϊκό στρατό σε αφανισμό.
Με βάση όλα τα προηγούμενα και μόνο από την προσεκτική ανάγνωση του ημερήσιου και περιοδικού τύπου, οι μελετητές της Πολιτικής Ιστορίας, γνωρίζουν ότι η βάση των οποιονδήποτε σημερινών κοινωνικοπολιτικών Ευρωπαϊκών προβλημάτων (και όχι μόνο…) ανάγονται σε μια νέα συμφωνία την οποία συνήψαν στις 2-3 Δεκεμβρίου 1989 οι, Τζ. Μπους ο πρεσβύτερος εκ μέρους των ΗΠΑ και Μ. Γκορμπατσόφ εκ μέρους της τότε Σοβιετική Ένωση στο κρουαζιερόπλοιο «Μαξίμ Γκόρκι» ανοικτά της Μάλτας.
Ο Γ. Ρωμαίος αντιπρόεδρος τότε του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αναφέρει σε άρθρο του στο «Βήμα» στις 2 Ιουνίου 2002
«Οταν ο πρόεδρος Μπους (πατήρ) από την Ουάσιγκτον και ο σοβιετικός ηγέτης Γκορμπατσόφ από τη Μόσχα έκλειναν το «ραντεβού» για τις 2 Δεκεμβρίου 1989 σε ένα αμερικανικό αντιτορπιλικό ανοιχτά της Μάλτας*, σίγουρα δεν είχαν προβλέψει ότι θα ήταν το «ραντεβού με την Ιστορία»… Αρχικός τους στόχος ήταν να δώσουν τέλος στη συμφωνία της Γιάλτας και να προσδιορίσουν το νέο πλαίσιο συνεργασίας για την από κοινού κηδεμονία της Ευρώπης…»
*Τελικά η συνάντηση δεν έγινε στο αντιτορπιλικό, αλλά λόγω θαλασσοταραχής στο κρουαζιερόπλοιο Μαξίμ Γκόρκυ.
Η συμφωνία αυτή αντικατέστησε τη συμφωνία της «Γιάλτας» και βάση αυτής, οι ΗΠΑ και η τότε Σοβιετική Ένωση ξαναμοίρασαν τον κόσμο σε νέες σφαίρες επιρροής ερήμην των Ευρωπαϊκών Κρατών.
Όπως αναφέρει ο Γ. Ρωμαίος στο προηγούμενο άρθρο του
«Στη Μάλτα το 1989 και στην Ουάσιγκτον το 1990 Μπους (πατήρ) και Γκορμπατσόφ, ερήμην και εν αγνοία όλων των άλλων Ευρωπαίων, έχουν «γράψει» την ιστορία της Ευρώπης για τις επόμενες δεκαετίες».
Για την μη συμμετοχή των Ευρωπαϊκών κρατών στη συμφωνία της Μάλτας αναφέρεται στην εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ» στις 19 Νοεμβρίου 1989.
«…5 ημέρες πριν την συνάντηση της Μάλτας έγινε προσπάθεια παρέμβασης στις συνομιλίες της Μάλτας από τους Ευρωπαίους ηγέτες με την λογική ότι η Ευρώπη δεν θα ήταν αμέτοχη στην νέα χάραξη των σφαιρών επιρροής όπως στη Γιάλτα».
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τον μόνο που επισκέφτηκε ο Μ. Γκορμπατσώφ λίγο πριν την συνάντηση της Μάλτας ήταν ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β, από τον οποίο ζήτησε την βοήθεια και συμβουλή …για πολλά θέματα (εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ 2 Δεκεμβρίου 1989 και εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ 3 Δεκεμβρίου 1989).
Με τον τρόπο αυτό γίνεται κατανοητή η παρασκηνιακή συμμετοχή της παπικής εκκλησίας στις πολιτικές ανακατατάξεις στην Α. Ευρώπη όπως π.χ. στην Πολωνία.
Όμως για να γίνει κατανοητό ότι η εμβέλεια της συμφωνίας της Μάλτας δεν οριοθετείτε μόνο στο πλαίσιο των Ευρωπαϊκών συνόρων, ας δούμε, μέσω δημοσιευμάτων, τη σχέση της με γεγονότα της Μέσης Ανατολής και της Κεντρικής Αμερικής.
Στην εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ» στις 27 Ιανουαρίου 1991 σε άρθρο του ο Γ Ρωμαίος αναφέρει:
«…Με τη συμφωνία της Μάλτας το Δεκέμβριο του 1989, οι Μπους και Γκορμπατσώφ συνέταξαν τον χάρτη της «Νέας διαδρομής». Το Ιράκ δεν χρειαζόταν πλέον ως εξισσοροπιστικός παράγων… Στόχος ο έλεγχος όλων των πετρελαίων της περιοχής ώστε να μπορούν να επηρεάζουν την πορεία της οικονομίας των χωρών που εξαρτώνται απόλυτα από τα Αραβικά πετρέλαια…».
Ομοίως στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» στις 4 Δεκεμβρίου 1989 ο Δ. Κωνταντακόπουλος ανταποκριτής της εφημερίδας στη Μόσχα μεταδίδει:
«…Μετά τη συνάντηση της Μάλτας ο Σοβιετικός πρόεδρος επιβεβαίωσε την ήδη διακηρυχθήσα θέση της χώρας του, ότι δηλαδή τερματίστηκαν οι αποστολές όπλων στην Κεντρική Αμερική, θέση που υφίστατο από την προηγούμενη σοβιετική θέση για «συμμετρική διακοπή της αποστολής όπλων στην περιοχή και κατά συνέπεια συνεπαγόταν εκ των πραγμάτων την αναγνώριση μεγαλύτερων δικαιωμάτων στις ΗΠΑ για την ενίσχυση των φιλικών προς αυτές καθεστώτων και δυνάμεων».
Το πρόβλημα της ενοποίησης των δύο Γερμανιών
Όπως αναφέρει ο Γ Ρωμαίος σε άρθρο του στην εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ» στις 2 Ιουνίου 2002: «…Οταν ο πρόεδρος Μπους (πατήρ) από την Ουάσιγκτον και ο σοβιετικός ηγέτης Γκορμπατσώφ από τη Μόσχα …έφθασαν στη Μάλτα είχε ήδη γίνει η μεγάλη, η ιστορική ανατροπή. Το Τείχος του Βερολίνου, που χώριζε τους δύο κόσμους, το σύμβολο του Ψυχρού Πολέμου, είχε γκρεμιστεί και είχε διαλυθεί σε μικρά τεμάχια-ενθύμια …Οι κοινοτικοί εταίροι επικεντρώνουν το ενδιαφέρον τους για την επανενοποίηση της Γερμανίας και τις διαδικασίες ένταξης της Ανατολικής Γερμανίας στην ΕΟΚ».
Το θέμα όμως της επανένωσης των δύο Γερμανιών αντιμετωπίστηκε με σκεπτικισμό και άρνηση από μέρους των νικητών του Β Παγκοσμίου πολέμου. Έτσι διαβάζουμε στο «ΒΗΜΑ» της 3ης Δεκεμβρίου 1989 σε ένα άρθρο του Henry Kissinger, τα ακόλουθα :
…Οι υπέρμαχοι της ύφεσης εκφράζουν τις επιφυλάξεις τους απέναντι στην διαδικασία ενοποίησης της Γερμανίας»
Η διατήρηση της διαίρεσης της Γερμανίας για τον Henry Kissinger «…αργά ή γρήγορα θα πυροδοτούσε ένα νέο Γερμανικό εθνικισμό» (εκ μέρους των Ανατολικογερμανών).. Αναφέρει ειδικότερα:
«…οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι του αιώνα ήταν αποτέλεσμα της προσπάθειας της Γερμανίας να αναπτύξει μια αμιγώς εθνική πολιτική στην καρδιά της Ηπείρου….Η Γερμανία απείλησε έναν προς έναν όλους τους γείτονές της προκαλώντας τους να δημιουργήσουν συμπαγείς στρατιωτικές δομές που συνέβαλαν στο ξέσπασμα του πολέμου… Σήμερα ένα Έθνος 80 εκατομμυρίων κατοίκων ολομόναχο στο κέντρο της Ηπείρου θα απειλούσε εκ νέου την Ευρωπαϊκή σταθερότητα».
Στην ιστοσελίδα newsbeast.gr στις 21 Φεβρουαρίου 2013 διαβάζουμε:
«…Η μελέτη αποχαρακτηρισμένων απόρρητων εγγράφων της εποχής μας ενημερώνει ότι καταλύτης των εξελίξεων στάθηκε το αίτημα της Δυτικής Γερμανίας για επανένωσή της με την Ανατολική, κάτι που για πολλούς ευρωπαίους ηγέτες και ιδιαίτερα για τη βρετανίδα πρωθυπουργό, Μάργκαρετ Θάτσερ, και το γάλλο πρόεδρο, Φρανσουά Μιτεράν ήγειρε το «γερμανικό ερώτημα» που μετουσιώνονταν στο φόβο της δημιουργίας μιας Μεγάλης Γερμανίας στην καρδιά της Ευρώπης, η οποία θα είχε εθνικοσοσιαλιστική ταυτότητα, που σε συνδυασμό με το μέγεθος, την εμπορική, οικονομική και νομισματική της δύναμη θα της επέτρεπε να μετατραπεί σε ευρωπαϊκή υπερδύναμη.
Η Θάτσερ πίστευε ότι η Γερμανία βάδιζε προσεκτικά στο δρόμο ενός σχεδίου που θα τη βοηθούσε μέσα σε δύο δεκαετίες να γίνει μια διεθνής νομισματική υπερδύναμη και τότε θα προσπαθούσε να επιβάλει το δικό της οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο σε ολόκληρη την Ευρώπη, με απώτερο στόχο την πολιτική ενοποίησή της κάτω από την ηγεμονία της.
«Στόχος της Γερμανίας είναι ένα διαρκώς υποτιμημένο μάρκο, που θα επιτευχθεί μέσω της σύνδεσής της σ’ ένα ενιαίο νόμισμα και θα της επιτρέπει να ξεφορτώνει προϊόντα σε όλους μας», αναφέρει η Θάτσερ σε απόρρητα έγγραφα
Σε έναν αποκαλυπτικό διάλογό του με τη Θάτσερ, ο Μιτεράν εξέθεσε τον τρόπο με τον οποίο πίστευε ότι θα έπρεπε Βρετανία και Γαλλία να κινηθούν:
«Εφόσον κανένας από τους δύο (Βρετανία-Γαλλία) δεν πρόκειται να ξεκινήσει πόλεμο εναντίον της Γερμανίας, η λύση στον περιορισμό της δύναμής της θα μπορούσε να δοθεί μέσα από την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση, και συγκεκριμένα μέσα από ένα κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα. Αυτή είναι μία πιθανή λύση στο «“γερμανικό ερώτημα”».
Για να προλάβει τις εξελίξεις, ο Μιτεράν πρότεινε στο Γερμανό καγκελάριο μια μυστική συμφωνία:
Η Γαλλία θα στήριζε την προοπτική της επανένωσης και σε αντάλλαγμα η Γερμανία θα προχωρούσε στην εγκατάλειψη του μάρκου και στην υιοθέτηση ενός κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος, με τη δέσμευση για τη δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
«Η μόνη ελπίδα της Γερμανίας για επανένωση είναι να δεσμευτεί σε μια ισχυρή Ένωση», είπε ο Μιτεράν στον Κολ, απειλώντας ότι θα ασκούσε βέτο στην απόφαση της επανένωσης.
Μετά την αλλαγή στάσης και από τη Γαλλία, η Θάτσερ θεώρησε πως, εφόσον δεν μπορούσε να αποτρέψει το αναπόφευκτο, μια πιθανή λύση στο πρόβλημα θα ήταν η «διαπλάτυνση» της Ευρώπης, με την είσοδο όσο το δυνατόν περισσότερων κρατών για να γίνει «κάτι πολύ πιο χαλαρό», προκειμένου η υπεροχή της Γερμανίας να εξισορροπηθεί.
Αυτός ήταν ο λόγος που άλλαξε την πολιτική της ως προς την ένταξη πολλών χωρών στην ΕΕ και άνοιξε το θέμα της εισόδου κρατών όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, η Ισπανία- οι τέσσερις φτωχές χώρες, όπως αναφέρονται σε διάφορες εκθέσεις της εποχής- αλλά και κρατών του πρώην ανατολικού μπλοκ, βλέποντας στο μέλλον ακόμη μεγαλύτερη «διαπλάτυνση» με χώρες-αντίβαρα στη Γερμανία.
«Ο Μιτεράν υποχώρησε τόσο, ώστε να δεχτεί ταυτόχρονη εμβάθυνση και διαπλάτυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άσκησε πιέσεις στη Γερμανία προκειμένου να αποδεχτεί όσο το δυνατόν περισσότερα μέλη στο ευρώ. Το μήνυμα αυτό της προοπτικής ένταξής τους στο ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα κοινοποιήθηκε για πρώτη φορά στις «φτωχές χώρες» το 1989, την ώρα που γίνονταν οι μυστικές διαπραγματεύσεις της Γαλλίας με τη Γερμανία και τη Βρετανία»
Όμως η ανεξέλεγκτη ένωση των δύο Γερμανιών βρήκε αντίθετους και τους Γερμανούς Σοσιαλιστές.
Όπως αναφέρει σε άρθρο του στο «ΒΗΜΑ» ο Γ. Ρωμαίος στις 11 Νοεμβρίου 1989: «…Η πρόταση του Βίλυ Μπράντ με δυσκολία υιοθετήθηκε από τους Γερμανούς Σοσιαλιστές για αναγνώριση του δικαιώματος της αυτοδιαχείρισης των Ανατολικογερμανών.
…Η πρόταση εγκρίθηκε με την προσθήκη ότι αυτή η δυνατότητα μπορεί να εννοηθεί μόνο μέσα στα πλαίσια της Ενωμένης Ευρώπης…»
>Ομοίως στο ίδιο τεύχος της εφημερίδας αναφέρεται ότι: «… ο βετεράνος διπλωμάτης και σχολιαστής . G. Kennan σε άρθρο του αναφέρει ότι οι «περισσότεροι από εμάς όταν πριν σαράντα χρόνια αντιμετωπίζαμε το πρόβλημα της Γερμανίας πιστεύαμε ότι στο μέλλον δεν πρέπει ξανά να υπάρξει μια ενωμένη Γερμανία και ειδικότερα στρατιωτικοποιημένη, που να στέκει μόνη στην Ευρώπη».
Αντίθετη με κάθε σκέψη μιας αυτόνομης ένωσης των δύο Γερμανιών ήταν και η Μόσχα (εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ 4 Δεκεμβρίου 1989 και 29 Νοεμβρίου 1989, εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ 10 Δεκεμβρίου 1989).
Όπως γίνεται φανερό η ενοποίηση των δύο Γερμανιών προϋπέθετε την ισχυρή δέσμευση των γερμανικών πολιτικών κύκλων ότι ουδέποτε στο μέλλον δεν θα προσπαθούσε να δημιουργούσε μια νέα Γερμανική αυτοκρατορία η οποία, κατά το πρότυπο του Γερμανικού μεγαλοϊδεατισμού θα προσπαθούσε να δημιουργήσει, με οποιονδήποτε τρόπο, τις προϋποθέσεις ενός νέου Ράιχ.
Σε μια τέτοια περίπτωση, ήταν προειδοποιημένη η γερμανική πολιτική, ότι θα συναντούσε την μετωπική αντίδραση των παλαιών συμμαχικών δυνάμεων σε όλα τα επίπεδα.
Μετά όλα τα προηγούμενα γίνεται φανερό ότι οι νικητές του πολέμου θέλησαν την νέα ενωμένη Γερμανική οντότητα ενωμένη με άλλα κράτη στην ΕΕ ως αναγκαία προϋπόθεση ενοποίησης των δύο Γερμανιών.
Το γεγονός αυτό αποτελεί το αίτιο για το οποίο οι νικήτριες δυνάμεις του Β Παγκόσμιου Πολέμου δεν θα επιτρέψουν την διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τρόπο ώστε να ενισχύεται το Γερμανικό Imperium.
Τα πραγματικά αίτια της διαχρονικής Γερμανικής επιθετικότητας
Ήταν όμως μόνο ο Εθνικιστικός μεγαλοϊδεατισμός της Γερμανίας που την οδήγησε σε δύο παγκοσμίους πολέμους και τον οποίον φοβόντουσαν οι σύμμαχοι, όταν αντιδρούσαν στην επανένωση των δύο Γερμανιών; Ασφαλώς και όχι.
Η τεράστια βιομηχανική (οικονομική) ανάπτυξη της Γερμανίας απαιτούσε, και συνεχίζει να απαιτεί, τεράστια αποθέματα ενέργειας και πρώτων υλών, τα οποία δεν διαθέτει ούτε κατ΄ ελάχιστο.
Ως εκ τούτου επιδίωξή της ήταν και είναι πάντα η βίαια κατάληψη και κατοχή περιοχών πλούσιων σε ενέργεια και πρώτες ύλες.
Την πρόσβαση αυτή πέτυχαν οι συμμαχικές δυνάμεις να κλείσουν (συμφωνία της Γιάλτας) με απώτατο στόχο τον μηδενισμό της γερμανικής βιομηχανικής και οικονομικής ισχύος προς όφελος των δικών τους εμπορικών και βιομηχανικών συμφερόντων.
Οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι δηλαδή, αλλά και οι πόλεμοι των τελευταίων ετών, υπήρξαν στην ουσία «Πόλεμοι Πετρελαίου και Πρώτων Υλών».
Οι ενεργειακές σχέσεις Ελλάδας Γερμανίας
Η επανένωση των δύο Γερμανιών βρήκε το νέο ενιαίο Γερμανικό κράτος σε μια δεινή θέση.
Ενώ συνεχιζόταν η ανάγκη της συνεχώς αναπτυσσόμενης βιομηχανικής δομής του για ενέργεια και πρώτες ύλες, οι πηγές ελέγχονταν από συμμαχικές δυνάμεις.
Το ενιαίο Γερμανικό κράτος με βάση διεθνείς συμφωνίες ποτέ δεν θα διέθετε πλέον την στρατιωτική ισχύ να καταλάβει μιλιταριστικά περιοχές πλούσιες σε πρώτες ύλες και ενέργεια.
Για το λόγο αυτό η πρώτη κίνηση της Γερμανίας (και άλλων Ευρωπαϊκών χωρών) ήταν να προσπαθήσει να αποκτήσει πρόσβαση σε πλουτοπαραγωγικές πηγές χωρών εχθρικών (;) προς τις ΗΠΑ, μέσω προνομιακών εμπορικών σχέσεων (βλέπε Ιράν, Ιράκ, Λιβύη).
Γνώριζε η Γερμανία ότι η τροφοδοσίας της μέσω Μόσχας σε ενέργεια ήταν πρόσκαιρη και απέβλεπε στην εξάρτηση και τον έλεγχο της ευρύτερης πολιτικής της από την Ρωσία.
Εξ άλλου η συμφωνία της Μάλτας, αλλά και οι ευρύτερες γεωστρατηγικές ανακατατάξεις στις περιοχές των πηγών ενέργειας , όπως στο Ιράκ, το Ιράν και τη Λιβύη της στέρησαν τις προαναφερθείσες δυνατότητες. πρόσβασης, έστω μέσω εμπορικών σχέσεων, στις πλουτοπαραγωγικές περιοχές του πλανήτη.
Η μόνη λύση πλέον ήταν οι ενεργειακοί πόροι της Ελλάδας, την οποία άρον- άρον ενσωμάτωσαν, δίχως προετοιμασία στην ΕΕ. Και στη συνέχεια στην ΟΝΕ.
Η Γερμανία είχε να επιλέξει μεταξύ δύο δρόμων:
1. Το δημοκρατικό δρόμο της ρύθμιση της αγοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου, στα πλαίσια της Ενωμένης Ευρώπης ώστε αυτή να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ των ενδιαφερομένων πετρελαιοπαραγωγών κρατών και των χωρών καταναλωτών προκειμένου το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο να μην αποτελούν αντικείμενο κερδοσκοπίας και πράξεων βίας εκ μέρους των μεν και των δε…» ή
2. Το δρόμο της βιαίας κοινωνικής, γεωστρατηγικής και οικονομικής υποδούλωσης της Ελλάδας με στόχο την οικειοποίηση των πηγών ενέργειας και πρώτων υλών της
Στο σημείο αυτό υπεισέρχεται ο γερμανικός εθνικιστικός μεγαλοϊδεατισμός. Αντί η Γερμανία να επιλέξει τον πρώτο δρόμο, το γερμανικό DNA επέλεξε τον δεύτερο δρόμο.
Το σημαντικό όμως είναι ότι την μέθοδο της κοινωνικής, γεωστρατηγικής και οικονομικής υποδούλωσης την εφήρμοσε και στις υπόλοιπες χώρες της ΟΝΕ (και όχι μόνο).
Επειδή όμως δεν είναι στις προθέσεις μας να αναλύσουμε τις μεθόδους που επέλεξε η Γερμανία προκειμένου να επιτύχει τους στόχους της (είναι θέματα εσωτερικής πολιτικής, αν όχι κομματικής σκοπιμότητας) αρκεί να σημειώσουμε ότι:
Δείτε την επόμενη ή προηγούμενη σελίδα πατώντας τα νούμερα
Σελίδες — 1
2
Γίνετε μέλη στη σελίδα μας στο Facebook:
https://www.facebook.com/123kyklopas
http://kyklwpas.blogspot.gr/
0 Σχόλια