ΣΥΝΝΕΦΑ ΠΟΛΕΜΟΥ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΛΑΝΗΤΗ - ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ






Μαίνεται άγριος εμπορικός πόλεμος μεταξύ Ρωσίας - Κίνας εναντίον
ΗΠΑ, καθώς η Μόσχα άρχισε να ξεφορτώνεται αμερικανικά ομόλογα πολλών δισ. ενώ αναμένεται παρόμοια κίνηση και από Πεκίνο.

Η Ουάσινγκτον από την πλευρά της κινείται προς επιβολή δασμών στο Πεκίνο ύψους 500 δισ. και ακολουθεί η ΕΕ και οι γερμανικές αυτοβιομηχανίες!

Ολα αυτά δεν προοιωνίζουν τίποτα καλό για τον πλανήτη ενώ το ΔΝΤ προειδοποιεί την Κυβέρνηση Ν.Τραμπ: «Θα χάσεις».

Η Ρωσία δεν συμπεριλαμβάνεται πλέον στην κατάταξη των ξένων κρατών που διακρατούν σημαντικό μέρος των δεκαετών ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου, σύμφωνα με μια έκθεση που δημοσιοποιήθηκε από το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ.

Τον Μάιο, η Μόσχα διακρατούσε ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου αξίας 14,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων, κατά συνέπεια δεν συμπεριλήφθηκε στον κατάλογο των 33 μεγαλύτερων κατόχων του δημοσίου χρέους των ΗΠΑ,
τον οποίο δίνει στη δημοσιότητα ανά τακτά χρονικά διαστήματα το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών.

Από τον Απρίλιο ως τον Δεκέμβριο του 2017, το ρωσικό κράτος διακρατούσε ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου ύψους 100 και πλέον δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Τον Μάρτιο, η Μόσχα βρισκόταν στη 16η θέση της κατάταξης αυτής, με αμερικανικά κρατικά ομόλογα αξίας 96,05 δισεκ. δολαρίων στα ταμεία της.

Τον Απρίλιο, η Ρωσική Ομοσπονδία βρισκόταν σε αυτόν τον κατάλογο και φιγουράριζε στην 22η θέση, καθώς διακρατούσε αμερικανικά ομόλογα αξίας 48,7 δισεκ. δολαρίων.

Το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ, το οποίο δημοσιεύει τα δεδομένα αυτά με δύο μήνες καθυστέρηση κάθε φορά, δεν διευκρίνισε ποια θέση καταλαμβάνει πλέον η Ρωσία στην κατάταξη των κατόχων αμερικανικού δημόσιου χρέους.

Ερωτηθείς για τη μεγάλη μείωση των ρωσικών επενδύσεων στο αμερικανικό δημόσιο χρέος, εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ περιορίστηκε να πει ότι «δεν σχολιάζει λεπτομέρειες για επενδυτές» και πρόσθεσε ότι η ζήτηση για τα αμερικανικά ομόλογα είναι «η υψηλότερη» στον κόσμο, ότι «παραμένει ισχυρή» και η Ουάσινγκτον διαθέτει «τη μεγαλύτερη»
ρευστότητα» παγκοσμίως.


Ο Τραμπ απειλεί την Κίνα με δασμούς 500 δισ. δολαρίων

Στα άκρα απειλεί να φθάσει ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ: σκέπτεται να επιβάλει νέους δασμούς έως και 500 δισ. δολ. σε όλο το εύρος των κινεζικών προϊόντων που εισάγονται στις ΗΠΑ.

Πέραν της Κίνας, υπάρχει το μέτωπο με την Ε.Ε. και οι απειλές για επιπλέον δασμούς στα ευρωπαϊκά αυτοκίνητα.

Η Γερμανίδα καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ επανέλαβε ότι θα συνεχίσει την προσπάθειά της να μεταπείσει τον Ντόναλντ Τραμπ να μην επιβάλει τους επαπειλούμενους δασμούς. Η Γερμανία διαθέτει ορισμένες από τις μεγαλύτερες αυτοκινητοβιομηχανίες της Ευρώπης, με εξαγωγές δισ. ευρώ στις ΗΠΑ.

«Στην επικείμενη συνάντηση του προέδρου της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ με τον Ντόναλντ Τραμπ, το μήνυμά μας είναι ότι μας ενδιαφέρει να λυθούν τα θέματα με τη διαπραγμάτευση», υπογράμμισε η κ. Μέρκελ.

Ειδικότερα, στο θέμα της Κίνας, μέχρι στιγμής ο κ. Τραμπ έχει επιβάλει δασμούς 34 δισ. δολαρίων σε κινεζικά αγαθά.

Με το να τους επεκτείνει στα 500 δισ. δολάρια, θα σημάνει ότι καλύπτει τις συνολικές κινεζικές εισαγωγές αντίστοιχης αξίας που κατευθύνθηκαν πέρυσι στην αγορά των ΗΠΑ.

Σε συνέντευξή του στο τηλεοπτικό δίκτυο CNBC, o κ. Τραμπ δήλωσε:

«Είμαι έτοιμος να επιβάλω νέους δασμούς έως και 500 δισ. δολάρια σε κινεζικά προϊόντα. Δεν πρόκειται για θέμα πολιτικού χειρισμού. Απλώς κάνω το σωστό για τη χώρα μας. Η Κίνα μας εκμεταλλεύεται για πολύ καιρό και αυτό δεν μου αρέσει καθόλου».

Είναι εμφανές ότι με τα λεγόμενά του ο Αμερικανός πρόεδρος οξύνει τις τεταμένες σχέσεις της Ουάσιγκτον με το Πεκίνο.

Οι λεκτικές επιθέσεις και αντεπιθέσεις μεταξύ των δύο χωρών είναι σχεδόν καθημερινό φαινόμενο.

Στα μέσα της εβδομάδας, η Κίνα κατηγόρησε την αμερικανική κυβέρνηση για ψευδείς καταγγελίες, ότι δήθεν ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ δημιουργεί κωλύματα στις διμερείς εμπορικές συνομιλίες.
Αφορμή στάθηκε δήλωση του οικονομικού συμβούλου του Λευκού Οίκου Λάρι Κάντλο ότι ο Κινέζος πρόεδρος δεν έχει καμία πρόθεση να έρθει σε συμφωνία για τις εμπορικές συναλλαγές της χώρας του με τις ΗΠΑ.

Εκτός από το Πεκίνο, ετοιμοπόλεμες εμφανίζονται και οι Βρυξέλλες.

Λόγω των επαπειλούμενων μέτρων εις βάρος των εισαγόμενων στις ΗΠΑ αυτοκινήτων, η Ε.Ε. ετοιμάζει κατάλογο αμερικανικών προϊόντων στα οποία ενδεχομένως θα επιβάλει αντίμετρα.

Τις προθέσεις της Ε.Ε. έθιξε η αρμόδια επίτροπος Εμπορίου Σεσίλια Μάλμστρομ, χωρίς να διευκρινίσει για ποια ακριβώς προϊόντα πρόκειται. Διπλωματικοί κύκλοι ανέφεραν στο Reuters ότι πρόκειται για προϊόντα αξίας 9 δισ. ευρώ. Ταυτόχρονα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενδέχεται να ετοιμάζει και έναν πιο μακροσκελή κατάλογο με προϊόντα στα οποία θα επιβληθούν συγκριτικά χαμηλότεροι δασμοί.


ΔΝΤ: Οι ΗΠΑ θα είναι πιθανόν ο μεγάλος χαμένος του εμπορικού πολέμου

Οι ΗΠΑ, που πολλαπλασιάζουν τα μέτρα προστατευτισμού σε βάρος των εταίρων τους, θα μπορούσαν να είναι οι μεγάλοι χαμένοι του εμπορικού πολέμου, όπως εκτίμησε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, που έχει αναπτύξει τέσσερα σενάρια για να αξιολογήσει τις επιπτώσεις μιας σύγκρουσης.

«Ενώ όλες οι χώρες θα είναι εν τέλει πιο αδύναμες, η αμερικανική οικονομία θα είναι ιδιαίτερα ευάλωτη διότι ένα μεγάλο μέρος του εμπορίου της θα υπόκειται σε αντίποινα», ανέφερε σε μπλογκ η Κριστίν Λαγκάρντ, γενική διευθύντρια του ΔΝΤ, στο πλαίσιο της συνάντησης των υπουργών Οικονομικών της Ομάδας των 20 (G20) αυτή την εβδομάδα στο Μπουένος Άιρες.

«Και μια μείωση του ΑΕΠ δεν θα είναι το μοναδικό πλήγμα», προέβλεψε.

Μέχρι τώρα, η επικεφαλής του ΔΝΤ επέμενε ότι ότι ένας εμπορικός πόλεμος δεν θα είχε παρά μόνο χαμένους. Στα μέσα Ιουνίου, όταν έγινε η παρουσίαση της τελευταίας αξιολόγησης της αμερικανικής οικονομίας, μίλησε για έντονη διαμάχη μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, που προκαλεί τριγμούς στις δύο μεγαλύτερες παγκοσμίως οικονομίες.

Ο Μορίς Όμπστφεντλ, επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, εμφανίστηκε και εκείνος πιο απαισιόδοξος τη Δευτέρα, λέγοντας ότι οι εμπορικές εντάσεις αντιπροσωπεύουν «την πιο μεγάλη απειλή βραχυπρόθεσμα για την παγκόσμια ανάπτυξη», με αφορμή την ανακοίνωση των προβλέψεων για την παγκόσμια ανάπτυξη.

Το ΔΝΤ εκτίμησε ότι το παγκόσμιο ΑΕΠ θα μπορούσε να μειωθεί κατά 0,5% ή πάνω από 400 δισεκατομμύρια δολάρια, σε σχέση με την τρέχουσα πρόβλεψη για το 2020.

Αν η πρόβλεψη ανάπτυξης για την παγκόσμια οικονομία διατηρηθεί στο 3,9% για το τρέχον και το επόμενο έτος, αυτό θα μπορούσε να είναι το αποκορύφωμα, ανέφερε η Κριστίν Λαγκάρντ.
«Η ανάπτυξη έχει ήδη αρχίσει να επιβραδύνεται στην ευρωζώνη, την Ιαπωνία και το Ηνωμένο Βασίλειο», σημείωσε η Λαγκάρντ, υπογραμμίζοντας επιπλέον ότι τα θετικά αποτελέσματα της φορολογικής μεταρρύθμισης για την αμερικανική οικονομία των ΗΠΑ, που υιοθετήθηκε στα τέλη του 2017, μετριάζονται.

«Γενικά, οι αρνητικές επιπτώσεις είναι πιο σημαντικές για την αμερικανική οικονομία απ’ ό,τι για άλλες οικονομίες», συνοψίζουν οι οικονομολόγοι του ΔΝΤ σε έκθεσή τους, περιγράφοντας τέσσερα σενάρια.

Το πρώτο λαμβάνει υπόψη τους αμερικανικούς δασμούς που ήδη είναι σε ισχύ: 25% στις εισαγωγές χάλυβα, 10% στο αλουμίνιο (από τον Μάρτιο), 25% σε κινεζικές εισαγωγές αξίας 50 δισεκατ. δολαρίων και τα αντίποινα σε βάρος των αμερικανικών προϊόντων (που τέθηκαν σε ισχύ τον Ιούλιο).

Το δεύτερο σενάριο προσθέτει τους επιπλέον αμερικανικούς δασμούς 10% σε κινεζικές εισαγωγές αξίας 200 δισεκατ. δολαρίων, που προβλέπονται για τον Σεπτέμβριο.

Το τρίτο ενσωματώνει τους αμερικανικούς δασμούς 25% στις εισαγωγές αυτοκινήτων και τα αντίποινα που μπορεί να επιβληθούν στο τέλος του καλοκαιριού ή του φθινοπώρου.


Το τελευταίο σενάριο ενσωματώνει επίσης κι άλλα στοιχεία, όπως η επιδείνωση της εμπιστοσύνης σε συνδυασμό με τη μείωση των επενδύσεων κυρίως στους τομείς της μεταποίησης.

Το ΔΝΤ επισημαίνει ότι στις τρεις πρώτες περιπτώσεις, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν αντίποινα από όλες τις πλευρές ενώ άλλες οικονομίες θα μπορούσαν να αναδιοργανώσουν τις εμπορικές τους ροές, αποφεύγοντας τις ΗΠΑ.

Στο τελευταίο σενάριο, το πιο απαισιόδοξο, μεταξύ των οικονομιών που επηρεάζονται, το
αμερικανικό ΑΕΠ θα μπορούσε να επηρεαστεί κατά 0,8% τον πρώτο χρόνο, ενώ ακολουθούν η αναδυόμενη Ασία (-0,7%), η Λατινική Αμερική και η Ιαπωνία (-0,6%). Η Γαλλία και ο υπόλοιπος κόσμος θα μπορούσαν να χάσουν περίπου το 0,3%.

ΠΗΓΗ

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια